Τελευταία εβδομάδα του Ιανουαρίου, του πρώτου μήνα της νέας χρονιάς, στην οποία έχουμε εναποθέσει τις μεγαλύτερες ελπίδες μας περιμένοντας την αλλαγή και την πιο ευχάριστη ανατροπή ενός μίζερου και αδιέξοδου σκηνικού, κι όμως η διάθεση είναι πεσμένη, τα νεύρα τσιτωμένα και η υπομονή εξαντλημένη. Και σκέφτεσαι, δεν μπορεί ρε γαμώτο, είναι μόνο ο πρώτος μήνας, έχουμε άλλους 11 μπροστά μας και δεν γίνεται ή δεν θέλω να είναι αυτό το σκηνικό. Η καλή μέρα, λέει, από το πρωί φαίνεται...η κακή ελπίζω πως όχι.
Αυτή, λοιπόν, η εβδομάδα είχε έντονο το ελληνικό στοιχείο, εδώ στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού και πολλά μίλια μακριά από την πατρίδα. Μια εκδήλωση του Πανθρακικού συλλόγου κάπου στην Astoria με απίστευτη συμμετοχή Ελλήνων που έχουν φτιάξει τη ζωή τους εδώ, χρόνια πριν, σε μια ξένη γι' αυτούς χώρα, αλλά σε μια χώρα που τους έδωσε ότι δεν μπόρεσε να τους δώσει η Ελλάδα. Με μεγάλη χαρά και περισσότερη συγκίνηση, συγκεντρώθηκαν για να τιμήσουν τα έθιμα της καταγωγής τους και να τα διαδώσουν στα παιδιά τους. Το έθιμο της γυναικοκρατίας ζωντάνεψε, οι άντρες στην κουζίνα μαγείρευαν, οι γυναίκες στην κεντρική αίθουσα απολάμβαναν τα φαγητά, τα ποτά και την ελευθερία του γλεντιού και του χορού. Όλοι ευχαριστημένοι και μαγεμένοι από την ζεστή ατμόσφαιρα που είχε δημιουργηθεί, κάνοντας τους να νοιώθουν λίγο πιο κοντά στην πατρίδα.
Κοιτάζοντας όλους αυτούς τους ανθρώπους, αναρωτιόμουν αν κάποιος από αυτούς θα γυρνούσε πίσω, αν θα ήταν διατεθειμένος να αφήσει ότι έχτισε για να βρεθεί κοντά στις ρίζες του ή αν έστω, γνωρίζοντας πλέον το αποτέλεσμα της επιλογής τους για μετανάστευση, θα έκαναν ξανά την ίδια επιλογή. Φυσικά κάποιοι, κάπου, κάποτε έφυγαν για άλλους λόγους από την πατρίδα και όχι αναγκαστικά κατα επιλογή. Τελικά, όμως, τι είναι πατρίδα; Είναι ο τόπος, οι εικόνες ή απλά οι άνθρωποί σου; Μπορεί να είναι απλά μια ιδέα; Κι αν είναι μόνο μια ιδέα τότε αυτή δεν μπορεί απλά να διατηρηθεί μέσα σου και να σε ακολουθεί παντού σαν φυλακτό και σημείο αναφοράς σου;
Τρεις μέρες μετά, κάπου στο East Village, ένας ακόμη Έλληνας της νεότερης και πολύπαθης γενιάς άφησε πίσω του μια χώρα που δεν του προσέφερε τίποτα πλέον για να έρθει εδώ όπου όλα τα όνειρα επιτρέπονται, κοστίζουν αλλά τουλάχιστον επιτρέπονται. Οι εικόνες που μου μετέφερε από την Ελλάδα ήταν γκρίζες και σκοτεινές, σαν ταινία του Αγγελόπουλου, ο οποίος αγαπούσε το γκρίζο και το χαρακτήριζε το χρώμα της πραγματικότητας. Μια απίστευτη, λέει, μιζέρια επικρατεί και ένας τεράστιος προβληματισμός. Οι συζητήσεις περί χρεωκοπίας και αβέβαιου μέλλοντος μονοπωλούν το ενδιαφέρον και η έλλειψη ελπίδας κάνει τη μιζέρια του κόσμου ακόμη μεγαλύτερη. Γιατί όμως όλα αυτά που συμβαίνουν δεν είναι ικανά να αφυπνήσουν τον κόσμο; Γιατί οι νέοι, που στην ουσία είναι αυτοί που πλήττονται περισσότερο, δεν ζητάνε πίσω όλα αυτά που τους κλέψανε και γιατί δεν παλεύουν για την αλλαγή του δικού τους αύριο; Το μωρό κλαίει όταν πεινάει και διεκδικεί την επιβίωση του. Τα υποσιτισμένα παιδιά που λιποθυμούν στα σχολεία, οι νεοάστεγοι (κάποτε υπήρχαν οι νεόπλουτοι) που κατακλύζουν τα συσσίτια και οι σχεδόν ένα εκατομμύριο άνεργοι δεν μπορεί να αντιπροσωπεύουν μια χώρα που κάποτε είχε πολιτισμό και ιστορία. Ίσως στο όνομα αυτής της ιστορίας και της πολύχρονης αφήγησης ο λαός αποκοιμήθηκε και ξέχασε πως η ιστορία πρέπει να συνεχίσει να γράφεται αλλά όχι μόνη της και εν ρήμην των πρωταγωνιστών της. Μήπως η ιδέα της μετανάστευσης είναι αυτό που εφησυχάζει τους νέους; Μήπως η ύπαρξης της εναλλακτικής είναι αυτό που καταστρέφει την ιδέα της αγωνιστικότητας και του συνόλου;
Κανείς δεν γνωρίζει όλες αυτές τις απαντήσεις και τα ερωτήματα θα παραμείνουν αναπάντητα, γιατί ο καθένας έχει τη δική του οπτική στα πράγματα και βιώνει την δική του πραγματικότητα. Άλλοι περισσότερο συναισθηματικοί και ονειροπόλοι, άλλοι περισσότερο λογικοί, άλλοι περισσότερο επαναστατικοί και άλλοι περισσότερο εφησυχασμένοι, περπατούν παράλληλα αλλά και μαζί και αποτελούν ένα ενιαίο κράμα. Όλοι μαζί και ο καθένας μόνος έχει ένα μοναδικό ρόλο και μια σημαντική αποστολή. Αλλά πάνω απ'όλα ο καθένας είναι υπεύθυνος για τη δική του ζωή και τα δικά του ιδεώδη και όπώς χαρακτηριστικά είπε ο Θανάσης Βέγγος στην ταινία του Αγγελόπουλου, "Το βλέμμα του Οδυσσέα"...
Αλλά αν είναι να πεθάνει η Ελλάδα, να πεθάνει γρήγορα! Γιατί η αγωνία κρατάει πολύ και κάνει θόρυβο...
Καλό Μήνα σε όλους μας :)
Η καλύτερη σου εναπόθεση σκέψεων...μπράβο!!!
ReplyDeleteΜεγάλη μου τιμή κυρία μου! Είναι σημαντικό αυτό το σχόλιο από μια καθηγήτρια ;o)
Delete(Τελικά, όμως, τι είναι πατρίδα; Είναι ο τόπος, οι εικόνες ή απλά οι άνθρωποί σου;)
ReplyDeleteΠατρίδα είναι ο ίδιος ο εαυτός σου, είναι αυτή που βρίσκεις την ταυτότητά σου, είναι αυτή η μία και μοναδική που σου θυμίζει ότι κάποτε ήσουνα αθώο παιδί, ή ακόμα μπορεί να είναι και νοσταλγία, εδώ όμως δεν υπάρχει κάτι τι το συγκεκριμένο, σα να λέμε ένα υποθετικό Νιρβάνα.
Γαβριήλ
“να έρθει εδώ όπου όλα τα όνειρα επιτρέπονται, κοστίζουν αλλά τουλάχιστον επιτρέπονται..”
ReplyDeleteΓια μένα δεν έχω δώσει ακόμα απάντηση στον εαυτό μου τι είναι πατρίδα….
Μπορεί πατρίδα να είναι όχι ο τόπος που γεννήθηκες, αλλά εκεί που σου δίνουνε τα κίνητρα και τις ελπίδες για να πραγματοποιήσεις τα όνειρα σου, είτε αυτά είναι μεγάλα, είτε μικρά, είτε πραγματοποιηθούν, είτε όχι…
Πατρίδα είναι εκεί που καταλαβαίνεις τον εαυτό σου καλυτέρα, εκεί που προσπαθείς για τον συνάνθρωπο σου, εκεί που ελπίζεις, εκεί που ονειρεύεσαι το αύριο, εκεί που αγαπάς.
Πατρίδα είναι εσύ, είναι εγώ, είναι όλοι μας. Πατρίδα είναι πολλά, είναι λίγα, είναι ελάχιστα
Δεν ξέρω τι μπορεί να σου απαντήσουν άτομα που έχουν φύγει ολόκληρα χιλιόμετρα μακριά από τον τόπο που γεννηθήκαν για ένα καλύτερο αύριο…. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι πάντα όταν θα λες αυτή την λέξη «ΠΑΤΡΙΔΑ» θα νοσταλγείς ….κάτι….
Είτε τον πότο σου… είτε ένα πρόσωπο….
Για μένα παρτίδα είναι το παρακάτω….
ΠΑΡΙΔΑ ΕΙΝΑΙ ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΟΤΑΝ ΞΥΠΝΑΣ ΤΟ ΠΡΟΤΩ ΠΡΑΓΜΑ ΠΟΥ ΚΑΝΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΝΑ «ΧΑΜΟΓΕΛΑΣ».
Καλησπέρα!!Πολύ όμορφο Blog!!Στο δικό μου έχεις βραβειάκι!!Καλή συνέχεια...http://pineliesstoprosopo.blogspot.com/2012/02/blog-post_07.html
ReplyDelete